"Ο Ελληνας δικηγόρος μέσα στην κρίση" - Άρθρο του Γ. Αδαμόπουλου στην εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»
Σε συνθήκες παρατεταμένης εθνικής κρίσης, η αναφορά σε κλαδικά συμφέροντα ή προβλήματα εγκυμονεί τον κίνδυνο να εκτραπεί σε συντεχνιακή μικροψυχία, αν δεν διατυπωθεί με εθνική και κοινωνική ματιά. Προϋποθέτει όμως να αρθούν και χρόνιες στρεβλώσεις για την εισοδηματική κατάσταση του κλάδου και τη συμβολή του στα δημόσια βάρη.
Εκκινώντας από το τελευταίο, πρέπει σχηματικά να λεχθεί ότι ένα κατεξοχήν ελεύθερο επάγγελμα έχει στραγγαλιστεί στη μέγγενη της «υπαλληλοποίησης». Ο δικηγορικός υπερπληθωρισμός, η ανισοβαρής κατανομή αλλά και η θεματική εξειδίκευση της δικηγορικής ύλης καθώς και η πρακτική μετάπτωση των δικηγορικών εταιρειών σε κεφαλαιουχικές, αλλοίωσαν την ιδιοσυστασία του επαγγέλματός μας. Η ποιοτική αυτή «μετάλλαξη» του δικηγορικού λειτουργήματος είχε μοιραία και εισοδηματικό αντίκτυπο. Νέοι δικηγόροι, με ακαδημαϊκές δάφνες, δεν εξαιρούνται από «τη γενιά των 700 ευρώ» και άλλοι, μεγαλύτερης ηλικίας και εμπειρίας, βλέπουν τις εξελίξεις να τους ξεπερνούν.
Αν σε όλα αυτά προστεθεί η καθημερινή γραφειοκρατική «Οδύσσεια» της επαφής με τις δημόσιες υπηρεσίες και οι χρόνιες διαδικαστικές παθογένειες του συστήματος απονομής της Δικαιοσύνης, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι η κατάσταση του μέσου Ελληνα δικηγόρου πόρρω απέχει από τη στρεβλή εικόνα της εισοδηματικής άνεσης, αν όχι της χλιδής, που έντεχνα καλλιεργείται.
Ωστόσο, η ελληνική Πολιτεία επιμένει να τον αντιμετωπίζει μέσα από αυτό το παραμορφωτικό πρίσμα, να παραγνωρίζει τις εγγενείς ιδιαιτερότητες του κλάδου και να συμβάλλει στην περαιτέρω «εμπορευματοποίησή» του. Επιβάλλοντας ΦΠΑ της ανώτερης κλίμακας (23%) στις δικηγορικές υπηρεσίες μετακύλισε πρακτικά το βάρος στον λήπτη τους και περιόρισε -κατά τρόπο απολύτως αντιαναπτυξιακό- το δικαίωμα πρόσβασης του πολίτη στη Δικαιοσύνη. Επιχειρώντας την κατάργηση των ελάχιστων αμοιβών (γραμμάτιο προείσπραξης), οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην «καρτελοποίηση» προς ανώτατες και κατώτατες κλίμακες, την ποιοτική απαξίωση του δικηγορικού έργου και τη διακοπή της μόνης σταθερής πηγής «αιμοληψίας» των Συλλόγων. Καταργώντας τους γεωγραφικούς περιορισμούς, εισάγει ρήγμα εμπιστοσύνης στη νομική κοινότητα και ευνοεί την «υπαλληλοποίηση» διά των τοπικών μεταθέσεων. Εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς; Τι προτείνετε; Απαλλαγή του κλάδου σας από την εθνική προσπάθεια;
Το αντίθετο. Χρειαζόμαστε:
– Αυτοκριτική πριν από την κριτική. Να δούμε τι κάναμε λάθος, αν προκαλέσαμε, αν συμβάλαμε στην πολυνομία, στην καθυστέρηση που αγγίζει τα όρια της αρνησιδικίας, στη δικομανία, στο νεοπλουτισμό. Να κάνουμε πράξη το αυτοδιοίκητο και το αποτελεσματικό των Συλλόγων μας.
– Εθνική θεσμική ανασυγκρότηση. Να τονώσουμε την πανελλήνια συνεννόηση, με θεσμοποίηση Πανελλήνιου Δικηγορικού Συνεδρίου. Να υπερβούμε τις διαφορές Συλλόγων και να αρθρώσουμε εθνικό λόγο όχι στενά συνδικαλιστικό.
– Συμμετοχή στη νομοθετική πρωτοβουλία. Να προτείνουμε δίκαια και συμβατά με την πράξη μέτρα αντί της φοροεισπρακτικής επιδρομής. Να επιβάλουμε τον διάλογο για ζητήματα εισοδηματικά και μη. Για την «κοσμογονία» που συντελείται στον κλάδο μας, δεν μας ρώτησε κανείς.
Πολλοί τοποθετούν την αφετηρία της νέας προσπάθειας στις επικείμενες αρχαιρεσίες των Δικηγορικών Συλλόγων. Συμμερίζομαι την αισιοδοξία τους, αλλά δεν αρκεί αυτή. Απαιτείται πολλή δουλειά, εμποτισμένη με όραμα, ρεαλισμό και ανάληψη ευθυνών. Η κρίση έχει διττή όψη: δεν διακυβεύονται μόνο τα κεκτημένα, αλλά κρίνονται και οι συμπεριφορές όλων μας.
* Tου Γιαννη Δ. Αδαμοπουλου, Υποψηφίου Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
Δημοσιεύθηκε στις 12/02/2011 στην εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ».
Σχόλια
Υποβολή νέου σχολίου